Share on Facebook Share on Twitter Q.Τα Brevets διεξάγονται κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες ? Πότε ακυρώνεται μια εκδήλωση ? A.Ποτέ. Απλά δεν έχει συμμετοχές αν δεν πάρει κανείς μέρος. Έχουν περάσει σχεδόν δύο μήνες από το τελευταίο μπρεβέ του 2016. Ο χειμώνας κατά τη διάρκεια της ανάπαυλας ήταν πολύ ήπιος, με μεγάλα διαστήματα καλού καιρού και θερμοκρασιακές συνθήκες ανεβασμένες. Κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων λοιπόν, όλα έδειχναν πως το πρώτο μπρεβέ του 2017, το παραδοσιακό της Αλεξανδρούπολης, θα ήταν ένα ευχάριστο και άνετο μπρεβέ, και με αρκετές συμμετοχές όπως προέκυπτε από τις διάφορες συζητήσεις με συμποδηλάτες και φίλους… Να όμως που κατά την πρωτοχρονιά, οι μετεωρολογικές προβλέψεις ενημερώνουν το κοινό για την «Αριάδνη», τον επερχόμενο χιονιά που θα ρίξει κατακόρυφα την θερμοκρασία και θα ντύσει την χώρα στα λευκά, με αποκορύφωμα το βράδυ της Πέμπτης και την ημέρα της Παρασκευής. Το Σάββατο φαίνεται να δείχνει διάθεση να χαλαρώσει λιγάκι από απόψεως φαινομένων, με εξαίρεση τους ισχυρούς βοριάδες… λες να μας κάνει τη χάρη…; Αναγνώριση διαδρομής Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, μιλάω με τους ντόπιους Deligeorgis Konstantinos και Alex Em, και από τις συζητήσεις διαφαίνεται ότι θα είναι εφικτό το μπρεβέ. Βέβαια το χοντρό έχει ακόμα να συμβεί… Με αυτό σαν δεδομένο, αποφασίζω την Πέμπτη ότι θα τη κάνω τη βόλτα από την Αλεξανδρούπολη, ελπίζοντας για το καλύτερο. Την Παρασκευή το πρωί μιλάω στο τηλέφωνο με τον Hector Bardakos ο οποίος, με δεδομένο ότι διαθέτω 4Χ4, μου ζητάει ως φίλος και συν-μπλες, πηγαίνοντας στην Αλεξανδρούπολη να περάσω ανάποδα τη διαδρομή του μπρεβέ από τις ανεμογεννήτριες και τη Λεπτοκαρυά για να βολιδοσκοπήσω την κατάσταση. Γίνεται και σχετική ανακοίνωση στην ιστοσελίδα μας των μπλε. Η επιτόπου αυτοψία θα έχει καθοριστικό ρόλο όσον αφορά τη διαδρομή. Φεύγω με συγκρατημένη όρεξη το απόγευμα των Φώτων. Ήδη η θερμοκρασία είναι αρκετά υπό το μηδέν κατά μήκος της διαδρομής. «Πιάσανε τα μπιλοζήρια», για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση της Ελληνοκαναδικής διαλέκτου. Τα «μπιλοζήρια» είναι ένα σύνθετο λήμμα της μοντέρνας Ελληνοκαναδικής καθομιλουμένης, αποτελούμενο από τα δύο αγγλικά below και zero, που υπέστη μετά τη σύνθεσή των μερών του την μαγική κατά τη συνήθεια των ομογενών μεταμόρφωση στα ελληνικά… Όπου έχει νερά στην άκρη, αυτά έχουν παγώσει, ωστόσο ο δρόμος είναι ανοικτός. Φτάνω κατά τις 9.30 το βράδυ στη Νέα Σάντα Έβρου με στεγνές συνθήκες και αρχίζω να ανεβαίνω ανάποδα τον δρόμο που θα πρέπει να κατέβουμε την επομένη το πρωί. Είναι στεγνός, και με εξαίρεση κάνα δυο σημεία με λίγο πάγο στην άκρη του δρόμου, άνευ σημασίας, είναι εντελώς κατάλληλος για ποδηλασία. Όμως ανεβαίνοντας, σε υψόμετρο περίπου 500 μ., ο δρόμος καλύπτεται ακαριαία σ’ όλο το πλάτος με παγωμένο χιόνι. Η μετάβαση από το πλήρως στεγνό στο απολύτως παγωμένο γίνεται εντελώς ξαφνικά, σε διάστημα μόνο 10 μέτρων. Ελπίζοντας ότι η παγοκάλυψη είναι σημειακή, συνεχίζω την ανάποδη κατάβαση. Ίσως σε μερικά μέτρα ο δρόμος να ξαναστεγνώσει… Όμως όχι, μετά από δύο χιλιόμετρα πρόσθετης απόστασης, και ενώ απέχω άλλα 6 από τη διασταύρωση για Δέρειο, οι συνθήκες όχι μόνο δεν βελτιώνονται αλλά και σταθερά χειροτερεύουν. Δεν είναι πούδρα, αλλά χιόνι που έπεσε βρεμένο και πάγωσε επιτόπου, σβολιασμένο σαν αποτυχημένη μπεσαμέλ! Η θερμοκρασία είναι -8°C. Έξω δεν χιονίζει αλλά φυσάει με δαιμονισμένες ριπές, και το χιόνι που σηκώνει ο αέρας από τις γύρω πλαγιές καταβροχθίζει το τζιπάκι για μερικά δευτερόλεπτα κάθε φορά, ενώ εγώ μέσα στις πολλαπλές μίνι χιονοθύελλες δεν βλέπω ούτε ένα μέτρο μπροστά! Τραβάω μερικές φωτογραφίες και προσπαθώ να τηλεφωνήσω για να ειδοποιήσω ότι ο δρόμος είναι αδιάβατος… δεν έχει σήμα… Κάνω στροφή 180 μοιρών και κατεβαίνω προσεκτικά τη παγωμένη κατηφόρα… Γενικώς σαν ψυχολογία δεν έχω τη τάση να αγριεύομαι, αλλά ομολογώ ότι νιώθω ανακούφιση όταν σταματάει το κρακρακρακρακ κάτω από τα λάστιχα και αυτά πατάνε ξανά στο στεγνό, γεμάτο πρόσφυση ice-free οδόστρωμα! Τελικά καταφέρνω να μιλήσω με τον Έκτορα και να του στείλω τις φωτογραφίες. Η διαδρομή του μπρεβέ μεταβάλλεται σε μια εναλλακτική, πεδινή και γενικώς κοντά στον πολιτισμό, και με ώρα έναρξης τις 9 αντί για τις 8. Το μπρεβέ θα γίνει. Άλλωστε, όπως είπαμε παραπάνω, τα μπρεβέ δεν ακυρώνονται. Εκκίνηση με χιόνι Την άλλη μέρα το πρωί έξω ρίχνει ένα ελαφρύ χιονάκι που έχει δημιουργήσει μια ψιλή στρώση πάνω στο οδόστρωμα. Παρά το γεγονός ότι έχει μόνο -3°C, κατεβαίνουμε κουκουλωμένοι με τον Κώστα που με φιλοξένησε στο σπίτι του για την εκκίνηση στο Café Zucca, απέναντι απ’ τον φάρο. Εκεί μας περιμένει ο Άλεξ, ο Fotis Psaropoulos (κοινώς ο Φωτάρας), ο οποίος όμως τελικά δεν θα τρέξει το μπρεβέ, και ο Σάββας, έτοιμος και αυτός για την εκκίνηση. Αυτοί είμαστε! Το χιόνι φαίνεται να δυναμώνει και μας προβληματίζει. Τελικά οι τρεις αποφασίζουμε να ξεκινήσουμε και όσο πάει. Αν δούμε ότι δεν μας παίρνει, εγκαταλείπουμε. Έτσι κι αλλιώς δεν έχουμε και τίποτα άλλο να κάνουμε εκείνη τη στιγμή… Μερικές αναμνηστικές φωτογραφίες και ξεκινάμε στις 9 ακριβώς. Φέτος ούτε βασιλόπιτες, ούτε πολλά-πολλά όπως τις προηγούμενες χρονιές… εκτιμούμε ότι το καθοριστικό σημείο για το αν θα συνεχίσουμε ή όχι θα είναι το «ορεινό» πέρασμα της Μέστης (ορεινό κατ’ ευφημισμό, μέγιστο υψόμετρο 270 μέτρα, χαχαχα!). Αμέσως έξω από την Αλεξανδρούπολη χιονίζει πλέον κανονικά και ο δρόμος είναι κατάλευκος. Ποδηλατούμε στην φρέσκια, απάτητη πούδρα που έχει πρόσφυση, σε αντίθεση με το πατημένο χιόνι στις ροδιές που γλιστράει. Ωστόσο, ενώ δεν έχουμε φτάσει ακόμα Νέα Χιλή ο Σάββας σαβουρντίζεται (χαχα, καλό!). Τίποτε το σοβαρό, αλλά η πτώση είναι γι’ αυτόν το κερασάκι στη τούρτα και αποφασίζει να εγκαταλείψει την προσπάθεια. Τούμπες και άλλα όμορφα Εγώ με τον Κώστα λέμε να το παλέψουμε, να φτάσουμε μέχρι Δίκελλα και βλέπουμε. Στα πρώτα αυτά χιλιόμετρα, δεν μπορώ να πω ότι ταλαιπωρούμαστε. Η πούδρα έχει πρόσφυση, οι ταχύτητές μας είναι χαμηλές, τα μικρά ανηφοράκια ανεβαίνονται κανονικά και το κρύο είναι εντελώς αποδεκτό. Περνάμε κάτω από την Εγνατία και λίγο μετά περνάμε και τη διασταύρωση για Δίκελλα. Κάνει πολύ κρύο, ως και -6°C. Πλέον όπου έχει πατήσει αυτοκίνητο η άσφαλτος έχει μετατραπεί σε παγοδρόμιο. Για να ανέβουμε τις, ευτυχώς ήπιες, ανηφόρες, ψάχνουμε την λεπτή, στεγνή λωρίδα στο οδόστρωμα, και όταν αυτή δεν υπάρχει, που είναι συχνά, προτιμάμε το απάτητο. Από απροσεξία πατάω στον πάγο και χάνω την πρόσφυση στον πίσω τροχό κατά την πεταλιά. Πέφτω με μηδενική ταχύτητα και προσγειώνομαι με το αριστερό μου κωλομέρι, το ποδήλατο από πάνω μου. Το τερέν δε συγχωρεί το παραμικρό λάθος. Ως εκ τούτου, το πέρασμα μέχρι τη Μέστη είναι κουραστικό, αφενός γιατί κρυώνουμε επειδή δεν μπορούμε να αναπτύξουμε αξιοπρεπή παραγωγή watt, αφετέρου γιατί πρέπει να είμαστε συνεχώς συγκεντρωμένοι στο δρόμο για να μην γλιστρήσουμε. Σιγά-σιγά φτάνουμε στη Μέστη. Ξαφνικά ο δρόμος γίνεται εντελώς στεγνός. Πως γίνεται αυτό, αναρωτιέμαι, σαν και χθες το βράδυ μόλις βγαίνεις από τα σύνορα του Νομού Έβρου καταργείται ο πάγος, θαρρείς και έχει τεθεί εκτός νόμου στο Νομό Ροδόπης (?!?). Βάζουμε τα κεφάλια κάτω και… ζεσταινόμαστε, τουλάχιστον ο κορμός μας. Σχεδόν αμέσως φτάνουμε στις Σάπες και σταματάμε για να πιούμε νερό κλπ, καθώς τα υγρά στα παγούρια μας έχουν προ πολλού μετατραπεί σε πάγο, αφήνοντας μας διψασμένους. Με την ευκαιρία, πίνουμε και καφέ. Έχουμε καθυστερήσει σε σχέση με την απόσταση, και αν και έχουμε ακόμα περιθώριο συζητάμε πως θα προλάβουμε τις ώρες διέλευσης από τα κοντρόλ. Μετά θυμάμαι έναν όρο των κανονισμών που αναφέρει ότι επιτρέπεται η διέλευση από τα κοντρόλ εκτός ορίου εφόσον η καθυστέρηση οφείλεται σε απρόβλεπτες καταστάσεις και όχι σε υπαιτιότητα ή έλλειψη προετοιμασίας των αναβατών. Αν και δεν είχαμε λόγο να ανησυχούμε, η σκέψη αυτή μας δίνει πρόσθετη ασφάλεια καθώς φαίνεται πλέον ότι θα το τελειώσουμε το μπρεβέ… Κομοτηνή Τραβάμε φωτογραφία στο σπαθί της πλατείας Ειρήνης και κάνουμε μεταβολή για μπουγάτσα στο «Κάτι Άλλο». Μπαίνοντας μας υποδέχονται τα δύο όμορφα και χαμογελαστά κορίτσια, η Μπάνου και η Σάμπο… Η ατμόσφαιρα είναι πολύ ζεστή, χεχεχε… Προς μεγάλη μας λύπη αναγκαζόμαστε κάποια στιγμή να εγκαταλείψουμε το «Κάτι Άλλο». Τα αντίστροφα χιλιόμετρα μέχρι τη Μέστη είναι γρήγορα παρά τον πλαγιομετωπικό αέρα. Στο σύνορο μεταξύ στεγνού και παγωμένου οδοστρώματος, λαμβάνω τηλεφωνήματα από τον Κούκος Σπύρος και τον Έκτορα το ένα αμέσως μετά το άλλο. Δίνω την ίδια αναφορά και στους δύο. Περνάμε το παγωμένο κομμάτι μέχρι τα Δίκελλα με την ίδια δυσκολία όπως και στο πήγαινε. Ο δρόμος από κει και μέχρι την Αλεξανδρούπολη είναι βρεγμένος, ίσως λόγω του αλατιού, ίσως λόγω του χιονόνερου που ρίχνει. Οι θερμοκρασίες όμως είναι κάτω από το μηδέν, κάπου στο -2/-3. Το σπρέι που πετάνε οι ρόδες μας παγώνει πάνω στους σκελετούς των ποδηλάτων μας. Φτάνουμε Αλεξανδρούπολη. Ο Κώστας μπαίνει σ’ ένα μαγαζί να φάει, εγώ δεν πεινάω και μπαίνω στο διπλανό μαγαζί για καφέ. Συναντιόμαστε 15 λεπτά αργότερα έξω για να ξεκινήσουμε για το τελευταίο σκέλος 67 χιλιομέτρων του μπρεβέ. Παγωμένη ντίζα Στα πρώτα μέτρα προσπαθώ να ρίξω το δίσκο, αλλά το ντεραγιέρ δε κουνιέται. Το συρματόσχοινο κρεμάει. «Κώστα, νομίζω πως έσπασε η ντίζα του μπροστινού ντεραγιέρ». Λίγο παρακάτω λέει ο Κώστας ότι έχει ένα ποδηλατάδικο, που όμως το βρίσκουμε κλειστό. Εν τω μεταξύ, η αλυσίδα έπεσε από μόνη της από τον μεγάλο στον μεσαίο δίσκο. Ίσως να μπλόκαρε εκεί το ντεραγιέρ λόγω του πάγου που το έχει εγκλωβίσει, όμως αν είναι σπασμένη το συρματόσχοινο κινδυνεύει κάποια ώρα να πέσει στον μικρό δίσκο. Έχω εργαλεία και σύνεργα μαζί μου στο σπίτι του Κώστα, αλλά ποιος ξέρει πόσην ώρα θα πάρει να ξεπαγώσουν τα στοιχεία του ποδηλάτου και να το αλλάξουμε. Εκτιμώ ότι αν πέσει στον μικρό δίσκο και συνεχίσω με σπινάρισμα, ο χαμένος χρόνος θα είναι ίσος με τον χρόνο που θα χρειαστούμε να αλλάξουμε το συρματόσχοινο. Συνεχίζουμε με την αλυσίδα προς το παρόν μπλοκαρισμένη στον 42. Το πίσω ντεραγιέρ που λειτουργεί κανονικά μου δίνει αρκετό εύρος για ικανοποιητικές ταχύτητες, με δεδομένες τις συνθήκες. Ανατολικά της Αλεξανδρούπολης, ο δρόμος είναι βρεγμένος αλλά χωρίς πάγο. Χωρίζουμε για λίγο με τον Κώστα αλλά ξανασμίγουμε στο ύψος του αεροδρομίου. Στο Μοναστηράκι οι συνθήκες αλλάζουν πάλι. Χιονίζει παχιές νιφάδες και πέφτει η θερμοκρασία. Ταλαιπωρούμαστε στα ανηφοροκατηφοράκια για να βρούμε μια καθαρή γραμμή. Φοβόμαστε καθώς ο δρόμος είναι ευθυτενής και φαρδύς με αποτέλεσμα τα αυτοκίνητα και λεωφορεία να αναπτύσσουν μεγάλες ταχύτητες: αν ένας χάσει τον έλεγχο καθώς περνάει από δίπλα μας, την κάτσαμε… Φέρες by night Τσούκου-τσούκου φτάνουμε στις Φέρες ενώ έχει νυχτώσει. Το τοπίο λευκό, η μάλλον πορτοκαλί από τα φώτα του δρόμου. Περνάμε την κωμόπολη. Θέλουμε μόνο τρία χιλιόμετρα για Αρδάνιο και επιστρέφουμε… Βλέπουμε κάτι μπλε φωτορυθμικά ντίσκο να αντανακλώνται από το χιόνι. Ένα περιπολικό έρχεται στ’αριστερά μας. Ο αστυνομικός πατάει το κουμπί και κατεβαίνει το ηλεκτρικό παράθυρο: «Παιδιάαα, που πάαατε;» ρωτάει μ’ένα μείγμα δυσπιστίας, θλίψης αλλά κυρίως βαθύτατης απορίας. «Ε, να, εμείς κάνουμε μπρεβέ…» κλπ, κλπ… «Ξέρετε έξω έχει -7, χιονίζει και έχει πάγο στο δρόμο. Εγώ σαν τροχαία δεν μπορώ να σας επιτρέψω να βρίσκεστε στο δίκτυο, όχι μόνο επειδή κινδυνεύετε από μόνοι σας, αλλά και αν κάποιος φύγει και σας πάρει παραμάζωμα… θα σας παρακαλέσω να σταματήσετε. Ωραίοι οι αγώνες και καλό το ποδήλατο και η άθληση, αλλά να την κάνετε όταν είναι καταλληλότερες οι συνθήκες». Είχε δίκιο, δεν μπορώ να πω… «Έχετε δίκιο, μόλις πάμε Αρδάνιο παίρνουμε σφραγίδα και επιστρέφουμε». «Όχι δεν καταλάβατε, επιστρέφετε τώρα». «Μα… Τουλάχιστον θα μας δώσετε μια σφραγίδα, ή έστω να μιλήσετε στο τηλέφωνο με τον διοργανωτή;» Ψιλοθυμώνει. Από εμπειρία ξέρω ότι οι δημόσιοι λειτουργοί των σωμάτων ασφαλείας έχουν μια τάση να είναι ευθυνόφοβοι και τα αιτήματά μου ήταν περισσότερο ρητορικής φύσεως… «Δεν θα κάνω τίποτα, σας παρακαλώ να γυρίσετε αμέσως». Κάπως έτσι αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε. Στις Φέρες σταματάμε σ’ένα ΒΡ να ξεπαγώσουμε και να οργανωθούμε. Μοιραζόμαστε την τελευταία homemade μπάρα βρώμης που είχα μαζί μου καθώς συζητάμε με τον βενζινά. Έχει δουλέψει στα νιάτα του στην κατασκευή του δρόμου της Σιθωνίας και βρίσκουμε αρκετά να πούμε, ή μάλλον να συζητάει αυτός με τον Κώστα, εγώ προσωπικά δεν είχα μεγάλη όρεξη για κουβεντούλα, ήθελα να τελειώνω… Φεύγουμε από τον βενζινάδικο και παγώνουμε. Το κορμί μου τρέμει ολόκληρο και τα δόντια μου πιάνουν ένα ριφ για κρουστά. Όμως το γεγονός ότι σε λιγότερο από 30 χιλιόμετρα θα έχουμε τελειώσει μας δίνει φτερά. Όταν πια φτάνουμε στο στεγνό κομμάτι του δρόμου αναπτύσσουμε ΜΩΤ 36 χλμ/ώρα… να τελειώνουμε… The end Στις 8.30 φτάνουμε στο Zucca, πίνουμε καφέ, και λίγο πριν τις 9 βγαίνουμε αναμνηστικές στον Φάρο… Το μπρεβέ χαρακτηρίστηκε ως το «σκληρότερο» που έχει γίνει ποτέ στην Ελλάδα. Δεν ξέρω αν ήτανε, πάντως σίγουρα ήταν δύσκολο. Οι θερμοκρασίες κρατήθηκαν κάτω από το μηδέν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Πέρα από την ικανότητα να είσαι ανθεκτικός, έως και αναίσθητος, στις χαμηλές θερμοκρασίες, το μπρεβέ απαιτούσε και πολύ μεγάλη, ενεργοβόρα αυτοσυγκέντρωση στην εφαρμογή της ειδικής τεχνικής στα παγωμένα κομμάτια, που έγκειται στο να κρατάς το κέντρο βάρους σου πάνω από το μεταξόνιο. Όμως η ικανοποίηση που νιώσαμε τη στιγμή του τερματισμού τα έκανε όλα να αξίζουν το κόπο, τουλάχιστον γι’ αυτήν τη φορά. Επίλογος Επιστρέφοντας την ίδια νύχτα στη Θεσσαλονίκη, στο ύψος της Βόλβης, το θερμόμετρο έδειξε για μερικά χιλιόμετρα την εξωπραγματική για τα δικά μας δεδομένα τιμή των -12°C. Δεν θα γράψω τις συνηθισμένες μαλακίες ότι ντεμέκ ήταν ένα πολύ ευχάριστο και όμορφο μπρεβέ με απίθανη διαδρομή και τέτοια… Ωστόσο, Κώστα ειλικρινά σε ευχαριστώ για την παρέα στην περιπέτεια αυτή, καθώς και όλη την οικογένειά σου για μια ακόμη φορά για την απίθανη φιλοξενία. Ευχαριστώ Άλεξ για το ενδιαφέρον σου και τις πληροφορίες, χάρηκα που σε είδα το Σάββατο πρωί και μακάρι να είχα περισσότερο χρόνο στη διάθεσή μου να πίναμε κι έναν καφέ, θα ‘ρθει κι αυτό όμως. Τέλος, ευχαριστώ και σένα Έκτορα που μας έπαιρνες τηλέφωνο κάθε τρεις και δύο, και παρά το γεγονός ότι μας έπρηζες, μας έκανε και τους δυο να νιώθουμε ασφάλεια και ζεστασιά ότι κάποιος κάπου παρακολουθούσε τις κινήσεις μας και γνώριζε που βρισκόμασταν και σε τι κατάσταση. Να’σαι καλά φίλε μου, το εννοώ! Α ναι, το μπρεβέ το τελείωσα χωρίς να αλλάξω δίσκο, αλλά τελικά το συρματόσχοινο δεν είχε κοπεί, απλά είχε παγώσει επιτόπου…