Share on Facebook Share on Twitter Η μέρα έμοιαζε ότι θα πάει για βροχή. Τα προγνωστικά της προηγούμενης έδειχναν ακριβώς αυτό. Υπήρχε αρκετή δουλειά εμπρός από τον υπολογιστή και το μεσημέρι θα έπιανε βροχή, οπότε ήταν άκυρη η σημερινή προπόνηση. «Δεν πειράζει» σκέφτηκα «την Κυριακή χορτάσαμε βουνά» Όμως κατά τις 12 παρά, όταν τελικά είχε τελειώσει το μεγαλύτερο μέρος της γραφικής δουλειάς και ο ήλιος ήταν αναποφάσιστος ακόμα, το κάλεσμα της σέλας έγινε πιο έντονο. Μέσα σε 15΄ ετοιμάστηκα και σε 5΄ ήμουν πάνω στην άσφαλτο. Μια και θα ήμουν μόνος, είχα βάλει τα ακουστικά για τη μουσική και βγαίνοντας από την πόλη, σκεφτόμουν τα πιθανά δρομολόγια. Είδα τον άνεμο πλάγιο και σκέφτηκα να πάρω τον παλιό δρόμο για να τον έχω πλάτη. Αποφάσισα να κάνω μια μικρή βόλτα (κάτω από 60 χλμ), μήπως και γυρίσω σπίτι στεγνός. «Την προηγούμενη εβδομάδα, τρεις φορές βράχηκα» και χαμογέλασα. Μετά από μερικά χιλιόμετρα, σκέφτηκα ότι θα ήταν καλή ιδέα να ανέβω μερικούς λόφους για ποικιλία. Εν τω μεταξύ, ο άνεμος είχε γίνει σχεδόν πλαγιομετωπικός, οπότε η λύση ήταν μία: Το κεφάλι κάτω και τέμπο σταθερό. Ο πρώτος λόφος βγήκε πολύ δυνατά, πέρασα το μικρό χωριό, αντιανεμικό, κατηφόρα και συνέχεια για τον επόμενο. Όσο κοίταζα ψηλά γύρω μου, έβλεπα μόνο βαριά, σκούρα, βροχοσύννεφα να με περικυκλώνουν. «Δεν θα την γλιτώσουμε γμτ». Και ο δεύτερος λόφος βγήκε μια χαρά αλλά στο μυαλό μου αναίρεσα τον μεγάλο τρίτο λόφο των 6 χλμ, « …γιατί ανηφόρα και βροχή δεν βγαίνει εύκολα». Κατέβηκα γρήγορα το δεύτερο χωριό και στα φανάρια με τον καινούργιο δρόμο, είδα απέναντι αυτό που ήθελα. Ένα σχετικά απότομο αλλά μικρό ανέβασμα του αυτοκινητόδρομου. Σκέφτηκα ότι ήταν κακή ιδέα γιατί εκείνο το κομμάτι έχει αρκετή κίνηση, αλλά μια και ποτέ δεν το είχα δοκιμάσει με ποδήλατο. Ξεκίνησα και με τη συνοδεία ενός αγριεμένου σκύλου, ο λόφος βγήκε πιο εύκολα απ ότι νόμιζα. Όμως τα συρόμενα που με προσπέρασαν, ιδιαίτερα ένας πανηλίθιος μόλις μισό μέτρο δίπλα μου, με έπεισαν ότι όντως ήταν κακή ιδέα! Έκανα αναστροφή και πήρα την κατηφόρα, με τις πρώτες σταγόνες να γλείφουν τα γόνατα μου «Ξεκινήσαμε…». Στο τέλος της κατηφόρας, έστριψα αριστερά για τα τελευταία 20 χλμ της επιστροφής. Ο αέρας ήταν δυνατός και ήταν πλάτη, οπότε εύκολα ξεπέρασα τα 40 χ.α.ω. Όσο προχωρούσα το οδόστρωμα ήταν πιο βρεγμένο, σημάδι ότι πλέον όδευα ολοταχώς προς τη βροχή «Ό,τι βρέξει, ας κατεβάσει» σκέφτηκα αλλά αργότερα θα τα μετάνιωνα αυτά τα λόγια. Εγκαταλείποντας τον παλιό δρόμο, για τον καινούργιο και περνώντας τις γραμμές, άρχισα να βαραίνω τα πεντάλ. Τα πόδια έβγαζαν αγόγγυστα το αυξημένο φορτίο χωρίς ίχνος κούρασης, ενώ οι ταχύτητες κυμαίνονταν πλέον από 37-43 χ.α.ω. Η βροχή ξεκίνησε. «Λογικό» σκέφτηκα και συνέχισα απτόητος. Ήταν μια κανονική βροχή σαν αυτές που είχα συναντήσει την προηγούμενη εβδομάδα. Όταν όμως άρχισαν οι βροντές τριγύρω μου, τα σύννεφα να μαζεύονται και το τοπίο να σκοτεινιάζει, σκέφτηκα «Μάλλον θα βραχούμε κανονικά αυτή τη φορά». Σαν κάποιος να πάτησε ένα διακόπτη και η βροχή άρχισε να μετατρέπεται σε μπόρα. Ο δρόμος είχε πλημμυρίσει, τα λάστιχα πλέον δημιουργούσαν πίδακες νερού «…πάει το πλύσιμο του Σαββάτου…», τα γυαλιά μου γεμάτα σταγόνες, αλλά έβλεπα ακόμα. Έχοντας πλέον αρχίζει να μουσκεύω αργά και σταθερά, διάφορες ασυνάρτητες σκέψεις ξεπηδούσαν στο μυαλό μου «…δεν πρέπει να σκουπίσω τα γυαλιά, γιατί δεν θα βλέπω μετά ….μήπως πάρει νερό το κινητό και δεν ακούω μουσική; ….η δεξιά μου πατούσα πλέον κολυμπάει στο νερό …δεν μπορεί θα σταματήσει σε λίγο…». Το μάτι μου πήρε το κοντέρ που ήταν γεμάτο νερό. Το σκούπισα με το βρεγμένο γάντι και το νούμερο 41 χ.α.ω. μου έκανε εντύπωση «Πως γίνεται να πάω γρήγορα, με τόσο χαμό;» Οι βροντές πολλαπλασιάστηκαν και τώρα η βροχή ήταν γδαρτή, μουσκεύοντας τα μανίκια που φορούσα. Όλη η ατμόσφαιρα γύρω μου ήταν ηλεκτρισμένη, ένοιωθα όπως στην ταινία «Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου» ….. Εκεί που νόμιζα ότι δεν μπορεί να γίνει χειρότερο, άρχισα να ακούω χτυπήματα στο κράνος μου, στην αρχή σποραδικά μετά συνεχόμενα, ενώ στο πρόσωπο δεχόμουν τσιμπήματα. Κοιτάω πάλι το κοντέρ, σταθερά 41, στα πόδια ούτε καν υποψία γαλακτικού, στα μανίκια μου μικρά λευκά στίγματα «Χαλάζι είναι, ρίχνει ΚΑΙ χαλάζι!» Ήταν η αποκάλυψη της εβδομάδας, η στιγμή που στην ταινία ανοίγει η πόρτα του διαστημοπλοίου και βγαίνουν οι επιβάτες …. Και μέσα σε όλο αυτόν τον κακό χαμό, άρχισα να χαμογελάω, αλλά από μέσα μου, γιατί απέξω απλά κρατούσα αναπνοές. Όλο αυτό το σκηνικό, μου δημιουργούσε μια παράξενη ευχαρίστηση, μια ικανοποίηση επειδή ήξερα ότι δεν μπορούσε να με νικήσει… Ο δεύτερος μεγαλύτερος λόφος που συνήθως ανέβαινα δυνατά με 32-34 βγήκε με 35-37 και στη συνέχεια κατηφόρα. Τότε κατάλαβα ότι το χαλάζι πλέον είχε σταματήσει και η βροχή μείωνε την ένταση της. Πίσω μου άκουσα βροντές και κατάλαβα ότι είχα προσπεράσει την μπόρα. Απείχα μόνο μερικά χιλιόμετρα από το σπίτι, και περιέργως είχα αρχίσει να στεγνώνω. Όχι τόσο από την εξωτερική θερμοκρασία, αλλά από τη θερμότητα που έβγαζε το σώμα μου. Γαλακτικό οξύ; Τι είναι αυτή η λέξη; Φτάνοντας στην πόλη, έκλεισα το κοντέρ, σταμάτησα το Strava, έριξα δίσκο και άρχισα ελαφρύ στροφάρισμα. Ο δρόμος ήταν στεγνός, η μπόρα ήταν πίσω μου. Θυμήθηκα όλη την ταλαιπωρία, τις ακραίες συνθήκες – κάτι ανάλογο νομίζω άλλη μια φορά είχα αντιμετωπίσει – τις εικόνες από τα μαύρα σύννεφα, τον δυνατό άνεμο, την ασταμάτητη βροχή, την ταχύτητα στα πόδια μου και τα χτυπήματα από το χαλάζι και τότε πραγματικά χαμογέλασα και αναρωτήθηκα. Μήπως όλο αυτό είναι η χαρά της ποδηλασίας;